- ἀνεπιστημοσύνας
- ἀνεπιστημοσύνᾱς , ἀνεπιστημοσύνηwant of knowledgefem acc plἀνεπιστημοσύνᾱς , ἀνεπιστημοσύνηwant of knowledgefem gen sg (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.